Να ‘μαστε λοιπόν πάλι. Σε άλλο χώρο, σε άλλο χρόνο ανάμεσα σε άλλους ανθρώπους. Την πρώτη φορά ήμασταν εδώ γιατί έπρεπε. Αυτή την φορά είμαστε εδώ γιατί θέλουμε.

Η ανθρωπότητα άλλαξε συνήθειες, άλλαξε μυαλά, άλλαξε γούστα…

Οι άνθρωποι ξέχασαν να μιλάνε, ξέχασαν να γράφουν, ξέχασαν να σκέφτονται, ξέχασαν να αγαπούν. Να ‘μαστε λοιπόν πάλι. Για να δώσουμε τις τελευταίες οδηγίες σε όλους αυτούς που ξέχασαν. Για λίγο ακόμη. Με την στοργή όμως του πολύτεκνου πατέρα που ενώ το σπίτι του γκρεμίζεται με αγωνία αναζητά και το τελευταίο παιδί του στα χαλάσματα.

Να ‘μαστε λοιπόν πάλι, με άλλα μέσα, με άλλα λόγια, από μια άλλη εποχή. Για λίγο ακόμη. Γιατί θέλουμε. Γιατί ακούω τις μπουλντόζες…

Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου 2023

Μια επίσκεψη που δεν έγινε

 

Τον παππού δεν πρόλαβα να τον γνωρίσω. Ότι ξέρω για αυτόν είναι από κάτι παλιές εκτυπωμένες φωτογραφίες και από πέντε λόγια των γονιών μου που περιέγραφαν όμως πολύ συγκεκριμένα περιστατικά. Σήμερα, στα δεκαοκτώ μου, για κάποιο άγνωστο λόγο μου ήρθε στο μυαλό έντονα εκείνη η νύχτα.

Έξι και κάτι χρόνια πριν…

Π. Επιτέλους! Σε πήρε ο ύπνος. Δεν φαντάζεσαι πόσες φορές ζήτησα άδεια για να μπορέσω να σε επισκεφτώ, έστω και έτσι και να γνωρίσω επιτέλους τον εγγονό μου, πριν κλείσει τα δώδεκα. Ευτυχώς πρόλαβα. Πώς είσαι αγόρι μου;

Ν. Παππού; Είσαι ακριβώς όπως στις φωτογραφίες. Πώς γίνεται αυτό;

Π. Εκεί που βρίσκομαι δεν αλλάζουμε πια παιδί μου. Δεν χρειάζεται να αλλάξουμε τίποτα. Όπως και να ‘χει στα όνειρα όλα γίνονται, όποτε δες το και έτσι. Η μαμά σου, ο μπαμπάς σου; Δεν είναι πάλι σπίτι; Όποτε και να κοίταξα πάντα το σπίτι ή είναι άδειο ή είσαι μόνος σου. Τι συμβαίνει;

Ν. Παππού ο ένας γονέας τα τελευταία δέκα χρόνια φεύγει συνέχεια στο εξωτερικό για τις παρουσιάσεις των νέων μηχανημάτων και ο άλλος γονέας δεν είναι ποτέ σπίτι πριν τις έντεκα και μισή το βράδυ, γιατί πάντα παίρνουν χρόνο οι παρουσιάσεις που κάνει στους ξένους.

Π. Καλά και εσύ πώς μεγαλώνεις; Μόνος σου; Και γιατί μιλάς τόσο ψυχρά για την μαμά και τον μπαμπά σου;

Ν. Όχι και μόνος καλέ παππού. Από μωρό έχω κοντά μου την Αλίντα, την κυρία που με προσέχει. Και οι λέξεις που λες απαγορεύονται, μόνο γονέας μπορείς να λες. Δεν έχω κανένα παράπονο από την Αλίντα. Με αφήνει να τρώω ότι θέλω, να μπαίνω internet όσο θέλω, να κάθομαι με τον φίλο μου όσο θέλω. Είναι πολύ καλή.

Π. Δεν λέω ότι δεν είναι καλή η κυρία Αλίντα, αλλά μπορεί να καλύψει την αγάπη των γονιών σου; Μπορεί να σου εξηγήσει για ποιό λόγο δεν έπρεπε να παραγγείλεις πίτσες σήμερα Μ. Παρασκευή; Μπορεί να ελέγξει τι βλέπεις στο internet όλη μέρα;

Ν. Γιατί το λες παππού αυτό; Οι γονείς μου με αγαπάνε. Ξέρεις πόσα χρήματα της αφήνουν για να μη μου λείπει τίποτα; Με το internet τι εννοείς; Ελεύθερο είναι και αυτό με την Παρασκευή δεν το κατάλαβα.

Π. Το κατάλαβα εγώ αγόρι μου. Το κατάλαβα εγώ. Για πες μου όμως, εντάξει με τον φίλο σου που μου λες, αλλά καμιά κοπέλα σου αρέσει;

Ν. Αφού έχω τον φίλο μου παππού. Αυτός μου αρέσει. Κοίτα, πήγαμε και κάναμε το ίδιο τατουάζ.

Π. Την είδα παιδί μου αυτή την μουτζούρα. Ήθελα να σε ρωτήσω τι σημαίνουν αυτά τα γράμματα. Κινέζικα είναι;

Ν. Ναι. Το είδαμε και μας άρεσε. Λένε ότι σημαίνει «Δεν είμαι για την κόλαση».

- Τότε είναι που ο παππούς άρχισε εκείνον τον περίεργο μονόλογο από τον οποίο λίγα πράγματα κατάλαβα, αλλά έχουν μείνει στο μυαλό μου σαν να τα άκουσα χθες…

Π. Άκου παιδί μου, επειδή κατάλαβα πολύ καλά πως μεγαλώνει η γενιά σου, ήρθα να σου πω δυο λόγια λίγες μέρες πριν κλείσεις τα δώδεκα. Ξέρεις τι σημαίνει αυτό; Που να ξέρεις. Μάθε λοιπόν ότι από αυτή την ηλικία ξεκινά να μετρά η αμαρτία. Όχι πως πριν ο άνθρωπος έχει το ελεύθερο να κάνει ότι του κατέβει και να προκαλεί το οποιοδήποτε κακό. Ξέρεις γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί ο Χριστός μας σε αυτή την ηλικία ήταν σε θέση να δώσει στους ανθρώπους μία πρώτη γεύση του τι θα ακολουθήσει. Έφυγε λοιπόν για λίγο από την οικογένεια του, πήγε στον ναό και δίδασκε τους τότε «σοφούς». Έδειξε έτσι πως το πνεύμα του κάθε ανθρώπου στα δώδεκα πρέπει να είναι τόσο σωστά δομημένο και κατασταλαγμένο ως προς τον στόχο, την πορεία του και την σχετική πληρότητα της προσωπικότητας. Από ‘κει και μετά κάθε λάθος, κάθε σωστό ο άνθρωπος το χρεώνεται. Έχεις λοιπόν κάποιες μέρες περιθώριο να αναθεωρήσεις ότι προλαβαίνεις γιατί είμαι σίγουρος πως κανείς δεν σου μίλησε ποτέ έτσι όπως έπρεπε. Σε αυτό φυσικά δεν φταις εσύ αλλά οι γονείς σου, ο γονέας 1 και 2 όπως τους λέτε τώρα. Αλλά αυτοί έτσι και αλλιώς είναι πολλά χρόνια τώρα πάνω από δώδεκα και θα ήθελα απλά να τους μεταφέρεις πως το κοντέρ γράφει.

Στα δικά μας τώρα… Εγώ στην ηλικία σου όταν τελείωνα το σχολείο βοηθούσα λίγο τον πατέρα μου στην δουλειά, ύστερα η μαμά με βοηθούσε στο διάβασμα για την επόμενη μέρα, το απόγευμα έβγαινα να παίξω με τους φίλους μου στις αλάνες και αν απλά κρατούσα το χέρι μιας κοπελίτσας για λίγο, αυτό αρκούσε για να έχω τα πιο όμορφα και ρομαντικά όνειρα για μήνες. Πόσο άλλαξαν τα πράγματα παιδί μου. Αύριο ξέρεις είναι η Ανάσταση. Προφανώς δεν σου λέει τίποτα αυτό, όχι τόσο επειδή έφαγες πίτσα αλλά γιατί κανείς ποτέ δεν ανέλαβε να σου μεταφέρει το μεγαλείο και το νόημα της ημέρας. Πόσο θλιβερό είναι αγόρι μου; Πόσο βάρος μπορούν και κουβαλάνε στα ταξίδια τους και στις παρουσιάσεις τους;

Σε ρώτησα για κοπελίτσα και μου απάντησες πως σου αρέσει ο φίλος σου. Σε πληροφορώ πως δεν είναι δυνατόν να δεις όμορφα και ρομαντικά όνειρα για μήνες. Αν δεν αλλάξει κάτι ίσως αυτή η συνάντηση μας να είναι και το τελευταίο όνειρο που δεν θυμίζει διεστραμμένο εφιάλτη. Μη φοβάσαι όμως όπως σου εξήγησα έχεις χρόνο να αναθεωρήσεις… Θεωρητικά βέβαια πάντα υπάρχει χρόνος, αλλά κανείς δεν ξέρει πόσος του αναλογεί. Φαντάζομαι σε προορίζουν και για σπουδές στην Αγγλία ή κάτι παρόμοιο. Τι να πω αγόρι μου; Ευτυχώς που οι γονείς σου έστω και για ‘κείνη την υπέρλαμπρη, επιδεικτική εκδήλωση που ακολούθησε, τουλάχιστον σε βάφτισαν… Πρόσεχε όμως γιατί ότι δεν ταΐζεις, πεθαίνει.

Αυτά για τώρα παιδί μου! Θα προσπαθήσω να σε κοιτάζω και να σε προσέχω από ‘κει που είμαι, ανάλογα πάντα με το δικαίωμα που εσύ θα μου δίνεις. Έτσι ίσως, λέω ίσως σε επισκεφτώ ξανά κάπου εκεί κοντά στα τριάντα σου. Προσπάθησε να θυμάσαι αυτά που σου είπα. Εις το επανιδείν.

- Πάνω κάτω αυτή ήταν η μόνη μέχρι τώρα συνάντηση με τον παππού που δεν γνώρισα ποτέ. Την διηγήθηκα πολλές φορές στον φίλο μου, που πλέον μένουμε μαζί, μήπως αυτός μπορούσε να ερμηνεύσει το όνειρο καλύτερα από ‘μένα. Μάταια όμως, γιατί το βρίσκει τόσο ακατάληπτο και άχρηστο, που όποτε του μιλάω γι’ αυτό με ειρωνεύεται.

Αυτό που δεν μπορεί όμως κανείς μας να εξηγήσει είναι το πώς είναι δυνατόν από εκείνη την μέρα να έσβησε από μόνη της η πρώτη λέξη στο τατουάζ και των δυο μας…

Ν.Α.


Δείτε το βίντεο